ftou.gr - Best Served Ice Cold (AntiCommunity)
Έκδοση: Τετάρτη, 10 Δεκεμβρίου 2003

Κατάδυση

Από evita

Ενδόμυχα, δεν το ήθελα. Το ανέβαλα, όλο το ανέβαλα ώσπου να ξεχαστεί. Ώσπου να μην χρειάζεται. Μια ανεξήγητη δύναμη όμως, με ωθούσε... Κλείνω τα μάτια κι αφήνομαι στο κενό. Πέφτω... πέφτω... Αιωρούμαι, ταξιδεύω και ξαφνικά... τελειώνει. Βρίσκομαι μέσα σε "κάτι" που φαντάζει άδειο κι έρημο.

 

Τι είναι αυτό το ψυχρό γκρίζο δωμάτιο; Δεν έχει φως. Δεν έχει παράθυρα. Κι η πόρτα τώρα που έκλεισε, δύσκολα διακρίνεται. Πάτωμα, ταβάνι το ίδιο πράγμα. Δεν ξεχωρίζει το πάνω με το κάτω. Οι τοίχοι έχουν οποιοδήποτε σχήμα. Ορθογώνιο, παραλληλόγραμμο, ακαθόριστο, ρευστό. Μόνο κάτι αντικείμενα γκρίζα με αδιάφορο σχήμα αιωρούνται μέσα στο χώρο. Ίσως να είναι τετράγωνα ή παραλληλόγραμμα ή στρογγυλά ή τρίγωνα, μεγάλα ή μικρά... άλλα είναι αριθμοί - νούμερα, κι άλλα γράφουν πάνω τους "πρακτικές σκέψεις".


Φόβος. Παντού το ίδιο γκρίζο χρώμα, το ακαθόριστο σχήμα, οι αιωρούμενες "πρακτικές σκέψεις" και η ίδια μονότονη βουή. Δεν μπορώ να καταλάβω τι είναι, δε μοιάζει με μουσική. Ένας ήχος, άσχημος και εκνευριστικός. Με τρελαίνει και με υπνωτίζει. Πρέπει να βγω, πρέπει να ξεφύγω. Βοήθεια!!!


Η φωνή μου δεν ακούγεται. Αρχίζω να περιπλανιέμαι οπουδήποτε σ΄ αυτό το χώρο. Ψάχνω να βρω τις γωνιές του, κάποια σημεία ξεχωριστά, μια οσμή, έναν ήχο, ένα χρώμα, ακόμη και μαύρο αλλά τίποτε διαφορετικό δεν ανακαλύπτω. Μόνο γκρίζο κενό. Τα βήματά μου δεν καταλήγουν πουθενά. Δεν ξέρω τι απόσταση έχω καλύψει, προς πια κατεύθυνση και αν γύρισα πίσω στο σημείο που ήμουν πριν. Όλα ένα. Τότε αρχίζω να περπατάω όσο πιο γρήγορα μπορώ. Μετά τρέχω. Επιταχύνω. Τρέχω με όλη μου τη δύναμη... Μα πού; Μέσα σ' αυτό το δωμάτιο;


Ναι! Τρέχω σα δρομέας σε αγώνες. Δε σταματάω πουθενά, δε φτάνω πουθενά. Δεν υπάρχουν όρια, ούτε εμπόδια. Το γκρίζο σκηνικό δεν αλλάζει. Πάντα το ίδιο. Κουράστηκαν τα πόδια μου. Κόβεται η ανάσα μου. Δεν αντέχω άλλο. Πώς θα ξεφύγω; Τι είναι εδώ μέσα, επιτέλους;


Πανικός. Ουρλιάζω, τσιρίζω, χτυπιέμαι. Καμία απάντηση, καμία ανταπόκριση. Η φωνή μου δεν φτάνει πουθενά. Όταν σταματάω, ακούγεται μόνο αυτή η άσχημη εκνευριστική βουή μέσα στο σκοτεινό τοπίο. Ούτε αντίλαλος, ούτε άλλος θόρυβος. Ας ακούσω τουλάχιστον ένα γέλιο. Κάποιον να σαρκάζει, να γελάει κοροϊδευτικά; Τίποτε.


Πρώτα κυλούν τα δάκρυα κι έπειτα αφήνομαι και το κλάμα ακούγεται παντού γύρω μου. Κλαίω δυνατά όπως όταν ήμουνα παιδί και δε ντρεπόμουνα γι' αυτό... Δεν ξέρω πόσος χρόνος κυλάει έτσι. Δε μου δίνεται καμιά ανταπόκριση από πουθενά. Και τώρα; Παγιδεύτηκα εδώ μέσα, λοιπόν. Πώς; Για πόσο; Υπάρχει διέξοδος; Πώς θα τη βρω; Όχι πανικός, πέρασε. Μόνο δάκρυα σιωπηλά πια και απογοήτευση. Απογοήτευση γιατί δεν διακρίνω πουθενά φως.


Κοιτάζω αφηρημένα τις "πρακτικές σκέψεις" και τους αριθμούς που αιωρούνται μονίμως μέσα στο χώρο. Περίεργα σχήματα, γελοία και ανούσια. Χωρίς νόημα, χωρίς συνοχή, χωρίς κάτι να δώσουν. Η ειρωνεία είναι ότι... έχουν ετικέτες πάνω τους, όπως τα προϊόντα που έχουν ένδειξη: "made in..." Κοιτάζω μερικά από κοντά. Απίστευτο: δίπλα στο "made in..." γράφουν ονόματα. Άλλα μου είναι γνωστά και οικεία, άλλα άγνωστα, σε μερικά βλέπω και το δικό μου! Πολλά αποτελούνται από νούμερα, άλλα από λέξεις. Πλησιάζω κάποιο, κοιτάζω την επιφάνειά του, νομίζω ότι διακρίνω λέξεις... "πρέπει", "τώρα", "στόχος", και σε άλλα νούμερα, πράξεις, αριθμούς, σχηματισμούς... Δε βγάζω νόημα. Τι συμβαίνει; Τι είναι όλα αυτά τα αλλόκοτα; Γιατί υπάρχουν μόνο αυτά τα πράγματα εδώ;
Δε μπορεί να υπάρχει μόνο αυτό το γκρίζο κενό με τα άχαρα και ανούσια υπάρχοντά του. Έτσι ήταν πάντα; Αναρωτιέμαι. Τι είναι; πώς δημιουργήθηκε; Πώς βρέθηκαν αυτά, μόνον αυτά εδώ μέσα και τίποτε άλλο; Γιατί δεν βρίσκω αρχή και τέλος; Φως, ψάχνω φως. Πρέπει να υπάρχει, πρέπει να το βρω.


Πείσμα. Θα βρω φως. Θα βρω τρόπο να ξεφύγω. Δε θα μείνω φυλακισμένη εδώ μέσα για όλη μου τη ζωή! Μέσα σ' αυτό το ρευστό δωμάτιο, όλα χάνουν την αντικειμενική τους έννοια, τη γνωστή τους υπόσταση, τις a-priori διαστάσεις τους. Ακόμη κι ο χρόνος. Τι είναι χρόνος εδώ μέσα; Πώς τον καταλαβαίνεις, πώς τον μετράς; πώς περνάει; Τι είναι "όλη μου η ζωή"; πότε τελειώνει η ζωή; πότε σταματάς να ψάχνεις το φως και την αφήνεις να τελειώσει;


Σημαντικά, τόσο σημαντικά ερωτήματα, μα καμία απάντηση από κανέναν. Κάθομαι κάτω. Νομίζω στο πάτωμα. Αφήνομαι σε μία αποχαύνωση με τα δάκρυα να κυλούν συνέχεια. Τώρα είναι δάκρυα απόγνωσης. Για ό,τι είχα. Για ό,τι έχασα. Τι είχα; Δεν κατάλαβα. Δεν έδινα σημασία. Τα θεωρούσα ασήμαντα. Μέχρι να μην τα έχω. Και γι αυτά που ήθελα να κάνω. Τα όνειρα. Δικά μου. Μόνο δικά μου. Τα έπλαθα, τους έδινα σχήμα, χρώμα, μέγεθος, άρωμα κι έπειτα γινόμουν ένα μαζί τους και αφηνόμουνα να με παρασύρουν, να με ταξιδεύουν. Κάποια, λίγα, τα κυνηγούσα, με καταδίωκαν, είχαν γίνει έμμονη ιδέα. Κάποια στιγμή πήραν ζωή κι έγιναν πραγματικότητα. Τότε ένα άλλο έπλαθα απ' την αρχή και το έβαζα στη θέση αυτού που είχε γίνει πραγματικότητα και το παιχνίδι δεν τελείωνε ποτέ. Το παιχνίδι του ανθρώπου με τη ζωή, με τη φύση του. Η ελπίδα. Ο προορισμός.


Ο αέναος, άσκοπος χορός των αντικειμένων του χώρου με ζαλίζει. Τα σχήματα τους ανακατεύονται μπρος στα μάτια μου. Δεν έχω δύναμη να κινηθώ, να σηκωθώ, να κάνω προσπάθεια. Γλυκιά νάρκη με τυλίγει. Γιατί να προσπαθήσω; Γιατί να αντιδράσω; Καλά είναι κι έτσι, μου λέει ο νους κι αφήνεται στην άβυσσο της λησμονιάς...


Πριν κλείσουν τα μάτια μου κάτι αντιλαμβάνομαι στο χώρο. Κάτι αδιόρατο, απειροελάχιστο, μα σίγουρα κάτι διαφορετικό. Ανασηκώνομαι. Η προσοχή μου μπαίνει σε επιφυλακή. Παρατηρώ γύρω πολύ προσεκτικά, μήπως εντοπίσω ΚΑΤΙ. Η καρδιά μου χοροπηδάει με δύναμη από την αγωνία. Την αγωνία της ελπίδας! Κι αν δεν το εντοπίσω; Κι αν μου διαφύγει; Κι αν χάσω την ευκαιρία; Η αδρεναλίνη ξυπνάει τον εγκέφαλό μου και τα μέλη μου αρχίζουν να αποκτούν ξανά ζωντάνια. Η αγωνία και η πρόκληση... Επικεντρώνομαι. Να διακρίνω, να καταλάβω, να ανακαλύψω, να φτάσω. Αρχίζω ξανά. Βήματα μικρά, προσεκτικά. Παραμερίζω τα υπάρχοντα του δωματίου που κατακλύζουν όλο και πιο συχνά το οπτικό μου πεδίο και προχωρώ.


Περιπλανιέμαι, αφουγκράζομαι, ήρεμα υπομονετικά μελετώ πάλι ότι βλέπω κι ότι έβλεπα. Δεν έχω φόβο, η αγωνία καταλαγιάζει. Ο χρόνος άλλωστε δεν είναι έννοια εδώ μέσα. Και ψάχνω. Αναρωτιέμαι, μελετώ, ανακαλύπτω και πάλι το γκρίζο άπειρο, το αέναο, αλλά με πτυχές διαφορετικές, με άλλο μάτι, με προσμονή. Θέλω πάλι να ψάξω κάθε σπιθαμή, προχωρώ, αγγίζω, νιώθω. Κάτι αλλάζει. Ναι το ξέρω. Είμαι στο ίδιο τέλμα μα είναι... διαφορετικά.


Τα αντικείμενα χορεύουν συνέχεια μπρος μου, αλλά τώρα τα παραμερίζω με περισσότερη ευκολία, δεν αποτελούν το λόγο που δεν μπορώ να διακρίνω τίποτε. Τώρα μπορώ να το γνωρίσω, να το κατανοήσω, να το διαχειριστώ, να το δαμάσω... και κάπου εκεί μακριά -είναι μακριά- νομίζω πως διακρίνω μια διαφορετική απόχρωση... Επιταχύνω το βήμα μου, εντείνω την προσοχή μου, προσηλώνομαι στην διαφορετικότητα, παραμερίζω αποφασιστικά τα γνώριμά και αδιάφορα που με περικυκλώνουν μόνιμα. Κι αρχίζει ν' αλλάζει το χρώμα. Αδιόρατα. Απατηλά. Σαν παιχνίδι της φαντασίας και σαν των ματιών το πλάνεμα μες το σκοτάδι. Το απόλυτο.


Το γκρίζο έγινε μαύρο. Κατάμαυρο. Πηχτό. Αποπνιχτικό. Αδιαπέραστο. Ασαφές κι ανεξήγητο. Δεν υπάρχει τρόπος ούτε να διακρίνω τα τόσο γνώριμά μου, κι ανούσια αντικείμενα, στον αέναο στροβιλισμό τους. Προχωρώ. Γίνομαι ένα με το απόλυτο σκοτάδι μα δεν υπάρχει ούτε ίχνος φόβου. Το δέχομαι. Με δέχεται. Το αφήνω να γεμίσει τα κενά της ψυχής μου. Γαλήνη και ηρεμία. Προσδοκούσα να τη νιώσω αλλά μόνο σαν επιθυμία φανταζόμουν ότι υπάρχει. Τώρα πια δε νιώθω τα βήματά μου, κινούμαι ολικά. Ρευστά. Απόλυτα. Απόλυτο σκοτάδι. Είμαι κομμάτι του. Είναι κομμάτι μου. Κινούμαι ή μένω ακίνητη μαζί του.


Κι αρχίζουν τα μάτια να βλέπουν θαύματα... Χιλιάδες πολύχρωμα στίγματα, παντού. Αρχίζουν ένα τρελό χορό. Μεγαλώνουν, μικραίνουν, παίρνουν σχήμα, μορφή, φτιάχνουν σχηματισμούς, δημιουργούν ότι εικόνα μπορεί να φανταστεί ο νους με τα πιο ζωηρά χρώματα. Είναι γύρω μου. Είναι μπρος μου. Είναι μακριά. Είναι μέσα στο μαύρο. Είναι οπουδήποτε. Πυροτεχνήματα, εικόνες, τοπία, άνθρωποι, πλάσματα, φύση, νερό, αέρας, φωτιά... Και ξαφνικά αισθάνομαι ότι κινούμαι. Κινούμαι μπροστά. Οι εικόνες με προσπερνούν με ταχύτητα και χάνονται πίσω μου, ενώ άλλες νέες διαφορετικές ξεδιπλώνονται μπροστά μου, ατελείωτα... Σταματάω απότομα. Το τέλος του τούνελ. Απίστευτο!


Βλέπω τοίχους, πάτωμα και χρώματα. Κοιτάζω γύρω μου. Όλα γνώριμα και άγνωστα. Σαν να ανακαλύπτω κάτι γνωστό μου αλλά άγνωστο που από καιρό με περίμενε να το ανακαλύψω. Υπάρχει μια πόρτα. Ναι, την ξεχωρίζω καθαρά πάνω σ' έναν τοίχο κι ας μοιάζει απλά κομμάτι μιας εικόνας.
Τα συναισθήματα αρχίζουν να με κατακλύζουν ξανά.


Αγωνία. Επιθυμία να ανοίξω την πόρτα. Δισταγμός. Αναρωτιέμαι: Τι θα αντικρίσω; Θέλω να βγω από δω... όσο γαλήνιος κι αν είναι ο χώρος.
Η αιώνια αναζήτηση της ελευθερίας και η περιέργεια. Η πόρτα. Την κοιτάζω. Οι εικόνες συνεχίζουν πάντα να εναλλάσσονται γύρω μου.


Ηρεμία. Το αποφάσισα. Ανοίγω απότομα. Κρατώ την αναπνοή μου. Μάταιο. Τίποτε διαφορετικό. Μπαίνω μέσα και κοιτάζω τον καινούργιο χώρο.
Μα δεν είναι καινούργιος χώρος. Παρατηρώ γύρω προσεκτικά. Μάλλον δεν άλλαξα ποτέ δωμάτιο. Πάντα εδώ ήμουνα. Οι τοίχοι έχουν απαλά χρώματα, δεν ακούγεται τίποτε εκτός από έναν υπόκωφο, γνώριμο όμως και οικείο ήχο. Να εκεί στο βάθος. Πάνω στον τοίχο προβάλλονται εικόνες. Σαν σινεμά. Εικόνες ζωντανές, με τα πιο υπέροχα ζωηρά χρώματα, σκηνές γνωστές... ξεχασμένες. Χαμογελάω και πονάω. Πάνω στον τοίχο παίζεται σε ταινία η ζωή μου και μοναδικός θεατής αυτής της προβολής, είμαι εγώ!


Η παιδική μου ηλικία, γέλια, παιχνίδια, σχολείο, καλοκαίρι, χειμώνας, βροχερά απογεύματα, η γιαγιά μου πλέκει και μου διηγείται ιστορίες, οι γονείς μου, αδέρφια, ξαδέρφια, φίλοι, εκδρομές, χρώμα κι άλλο χρώμα, συναισθήματα σα να τα ξαναζώ τώρα. Μνήμες που τις νόμιζα νεκρές από χρόνια. Εφηβεία, επανάσταση, ένταση, πάθος, έρωτες, κι άλλο χρώμα, αγωνίες, αναζητήσεις, κι άλλα πρόσωπα... Μεγάλωσα. Τα χρώματα είναι λίγο πιο θολά κι ας είναι πιο πρόσφατες οι σκηνές, άγχος, έννοιες, ευθύνες, συναίσθημα, εκείνος, στοπ καρέ. Τρυφερότητα.


Ακούγεται το κλάμα ενός μωρού...Το πλατό γεμίζει φως! Άπλετο, απεριόριστο, λουλούδια, τραγούδια, μυρωδιές αγαπημένες... Γαλάζιο, ροζ, λευκό, μοναδικότητα, κορύφωση. Μοιάζει με πίνακα του Μιχαήλ Άγγλου. Παιδικά γέλια, τρυφερές αγκαλιές, μωρουδίστικα λογάκια, άνοιξη, σπίτι, θαλπωρή, αγαλλίαση, κι άλλα παιδικά γελάκια, χρώματα τέλεια που δεν τα χωράει ούτε το ουράνιο τόξο. Θέλω να σταματήσω εκεί την ταινία. Όμως δεν γίνεται. Οι σκηνές τρέχουν ασταμάτητα με ρυθμό κανονικό αλλά τα πρόσωπα φαίνεται να κινούνται έντονα, νευρικά, κάποιες σκηνές πολύ σκοτεινές προβάλλονται, γυρίζω το κεφάλι, οι σκηνές επιμένουν, απογοητευμένη ξανακοιτώ, τώρα η ταινία γίνεται μονότονη με σκηνές σχεδόν ίδιες σε κάθε καρέ και με χρώματα ξεθωριασμένα, δεν υπάρχει ενδιαφέρον, οι ήρωες παλιώσανε κι ας φαίνονται ακόμη νέοι, τι να έχουν να δείξουν; αλλά έχουν το ξέρω σαν θεατής ότι έχουν, όμως χάνονται τα χρώματα και τα ταλέντα στην ομίχλη, πίσω από το ακαλαίσθητο σκηνικό, τα μουντά χρώματα, τις γελοίες υποχρεώσεις που ο σκηνοθέτης τους έχει δώσει ως ρόλο και τα πρόσωπά τους αποκτούν το ίδιο γκρίζο χρώμα με το σκηνικό.


Παγωμένα χαμόγελα, τυπικότητες, συγκαταβατικές κινήσεις, απομόνωση. Μόνο στη μοναξιά στα μάτια των πρωταγωνιστών μπορεί ο θεατής να διακρίνει τη λαχτάρα τους να αγγίξουν τα χρώματα, τα αρώματα, την ουσία. Μόνο στα όνειρά τους είναι ελεύθεροι να την αγγίζουν. Ειρωνεία: Τώρα στο σκηνικό κυριαρχούν κάτι άχαρα αιωρούμενα αντικείμενα ίδια μ' αυτά που με κύκλωναν συνέχεια στο γκρίζο δωμάτιο.
Νούμερα και "πρακτικές σκέψεις". Ο ρόλος των ηρώων τώρα περιορίζεται στο να ασχολούνται μ' αυτά. Συνέχεια, ασταμάτητα και αδιαμαρτύρητα. Δεν το πιστεύω. Είναι οι ίδιοι γεμάτοι ζωή άνθρωποι που έβλεπα στις προηγούμενες σκηνές;


Μα τι ηλίθιος σκηνοθέτης! Είναι δυνατόν αυτός ο ίδιος να έχει φτιάξει τις προηγούμενες τέλειες ονειρικές σκηνές και ξαφνικά να μη βρίσκει τίποτε άλλο να προσδώσει στους πρωταγωνιστές του παρά μόνο την ηλίθια ενασχόληση τους με τα αντικείμενα!


Νιώθω κάτι στο μάγουλό μου. Αγγίζω ένα δάκρυ. Η πόρτα στο βάθος του δωματίου είναι ορθάνοιχτη. Έξω είναι μια υπέροχη ηλιόλουστη μέρα. Μοιάζει με καλοκαίρι, ακούγονται πολλοί γνωστοί ευχάριστοι ήχοι, ελπίδα... Ρίχνω μια τελευταία ματιά πίσω μου στην οθόνη που συνεχίζει να προβάλλει σκηνές και προχωρώ αποφασιστικά προς την πόρτα...


Ξέρω.


Σχόλια από επισκέπτες: