ftou.gr - Best Served Ice Cold (AntiCommunity)
Έκδοση: Τετάρτη, 27 Δεκεμβρίου 2006

Φωνές απ' το φεγγίτη

Από casandramk

Έκθεση: πώς πέρασα φέτος τις γιορτές.


ΤσουγδιέςΟι φετινές γιορτές ήταν πολύ περίεργες. Ήταν οι πρώτες που είχαμε όλοι δουλειά, υγεία, ομόνοια στην οικογένεια. Ήταν οι πρώτες που της έφυγε της μάνας μου το μαράζι "σε λίγο θα φτιάξω κανά ράφι να σε βάλω και σένα και τον αδελφό σου!". Κάτσαμε στο τραπέζι με θείους και ξαδέλφια, μακαρίσαμε την τύχη μας και πέσαμε με τα μούτρα στα πλούσια εδέσματα. Πραγματικά κανένα πρόβλημα, χαρά κι ευχές μόνο. Είμαστε στο πατρικό μου, σε μια τυπική πολυκατοικία σε ένα προάστιο.


Θα ήμουν πολύ ευτυχισμένη, αλλά η δική μας οικογένεια πρέπει να ήταν η εξαίρεση. Κάθε συνδαιτημόνας είχε μια δυσάρεστη ιστορία να διηγηθεί για κάποιο γνωστό του φέτος. Δεν ξέρω, στεναχωρήθηκα πολύ.


Παιδιά που σπουδάζουν μακριά και δε θα έρθουν όπως ο ξάδελφος Μανώλης στις Η.Π.Α. Είναι ακριβά αυτά τα ταξίδια λέει ο θείος Χαρίλαος και φαρμακώνεται που δε θα δει το γιο για κανένα χρόνο ακόμα.


Άρρωστοι άνθρωποι σαν τον κουμπάρο του θείου μου που κάνει χημειοθεραπείες, πατεράδες σε φυλακές σαν το γείτονα της ξαδέλφης μου που τον πιάσαν για κατάχρηση, γιοι ξεμυαλισμένοι με Ρωσσίδες χορεύτριες όπως αυτός της θείας Δόξας που βλέπει το γιο της άγγελο ενώ διόλου δεν είναι (σωματέμπορα τον βρίζει ο πατέρας μου!), εξώσεις σαν αυτή στην απέναντι πολυκατοικία, θάνατοι, ο ένας μωρού ασαράντιστου μάλιστα... ρεεεεεεεε! Τι γίνεται; Μ' έπιασε η καρδιά μου! Ζήτησα να αλλάξει το θέμα. Άλλαξε...


Συνεχίσαμε να τρώμε και να λέμε διάφορα ανάλαφρα. Τότε ακούστηκε μια φωνή από τον φεγγίτη της πολυκατοικίας. Μια φωνή που μας πάγωσε το αίμα: Αααααααααααααα! Η μάνα μου πετάχτηκε:
- Κυρά Θοδώρα είσαι καλά;
Πού το κατάλαβε ότι ήταν αυτή δεν μπορώ να πώ με βεβαιότητα. Η κυρά-Θοδώρα είναι συνταξιούχος δασκάλα, μετράει μέρες ίσως και μήνες μέσα στα ενενήντα. Μένει στον πρώτο με μιά οικιακή βοηθό (Ουκρανή όχι ότι παίζει σημαντικό ρόλο, απλά η κυρία Θεοδώρα εκνευρίζεται με τα σπαστά ελληνικά της, ό,τι ακούει δηλαδή).
- Αααααααααααααα! Απαντά στην μάνα μου η φωνή.


Μη σας τα πολυλογώ, χριστουγεννιάτικα η γριά ήταν μόνη, ήρθε η γυναίκα το πρωί της ετοίμασε το σπίτι και το φαΐ και πήγε να φάει με τα παιδιά της. Θα ξαναγύριζε σε τρεις ώρες. Έπεσε λοιπόν και τσακίστηκε, έσπασε το γοφό της όπως έμαθα σήμερα. Της παραβιάσαμε την πόρτα για να την πάρουν οι νοσοκόμοι κι αυτή είχε βαλαντώσει στο κλάμα. Ο μονάκριβος γιος της ήταν στα πεθερικά στην Ξάνθη με την οικογένεια. Ήλθε άρον-άρον την άλλη μέρα.


Αυτό με έκανε να θυμηθώ μιά οικογένεια στον τρίτο που έχει φύγει κανένα πεντάρι χρόνια τώρα. Κάτι Χριστούγεννα ήταν ο γιος της οικογένειας φαντάρος και είχε έρθει για τις γιορτές. Τότε βρήκε η μάνα του στην τσάντα του χασίς. Έγινε της κακομοίρας. Μεροκαματιάρα καθαρίστρια η μάνα, ο πατέρας οδηγός, φτωχοί αλλά περήφανοι. Πάλι από το φεγγίτη τα είχα ακούσει όλα. Την μάνα να χτυπιέται, τον γιο να το παίζει άνετος, τον πατέρα να προσπαθεί να του σπάσει τα πλευρά. Τι να απέγινε μ’ αυτούς; Ρωτάω το ρόιτερ που έχω για μάνα. "Πέθανε το παιδί μου λέει, μετά από τρία χρόνια. Είχε περάσει στις ενέσεις, έκανε όμως αποτοξίνωση..."
- Kαι; Πώς πέθανε;
- Ξανακύλισε παιδί μου, σε αφήνουν αυτοί να ξεφύγεις;
- Αυτοί;
- Τα βαποράκια, οι έμποροι παιδί μου.
Έπαθα πλάκα με τη μάνα μου σ' εκείνη την φάση.


Έχει φτάσει πιά απόγευμα και πίνουμε καφέ. Οι άντρες αποσύρονται – τα έχουν κοπανίσει κιόλας. Μένουμε οι γυναίκες. Θυμόμαστε τα Χριστούγεννα που πέθανε η γιαγιά από τη μεριά της μαμάς, στην εντατική, όλη η μέρα να συμπυκνώνεται σε μια ώρα επισκεπτήριο, να έχουμε γίνει ρομπότ από τη θλίψη. Τα Χριστούγεννα παλιά που ήμασταν πιτσιρίκια με τον αδελφό και ένα τσούρμο ξεδέλφια, στο χωριό γύρω από το τζάκι, με τις μπριζόλες μας, τις δίπλες της γιαγιάς και δικό μας κρασί. Τα Χριστούγεννα που πήρε φωτιά η κουζίνα μας από τα κεριά που είχαμε ανάψει κοντά στις κουρτίνες του παραθύρου. Με πήραν τα κλάμματα.


Ένα πράγμα θέλω να ευχηθώ : Μακάρι όλοι να είναι ευτυχισμένοι του χρόνου τέτοια μέρα...



Σχόλια από επισκέπτες: