Στείλε λεφτά στο ftou.gr
Φτύσε καλλιτεχνικά
Spit on the devil τρεις times και say: ftou ftou ftou διαολικό. Then say .gr και είσαι ok!
Παρασκευή, 26 Απριλίου

vas_arg 29/10/2002 6:55:00 πμ

Η ετυμολογική ορθογραφία της λέξης καλύτερος

Στο άρθρο αυτό θα αναφερθούμε στην ετυμολογία και την ορθογραφία του τύπου «καλύτερος». Η λ. «καλύτερος» αποτελεί χαρακτηριστική περίπτωση της λεγόμενης αναλογίας στη γλώσσα. Ειδικότερα, αναλογικός σχηματισμός αποκαλείται «το φαινόμενον εκείνο, καθ’ ο γλωσσικόν τι στοιχείον πλάττεται ή μεταβάλλεται κατ’ άλλο ή κατ’ άλλα υπάρχοντα και γνωστά τοις λαλούσιν» (Χατζιδάκις 1915: 125). Η αναλογία (analogy) δηλ. σημαίνει τη μεταβολή (analogical change) ή τη δημιουργία (analogical creation) ενός γλωσσικού στοιχείου υπό την επίδραση άλλου, πιο γνωστού ή πιο συχνού στη χρήση μιας γλώσσας (βλ. και Bynon 1993: 32- 43). Kαι επειδή στην προκειμένη περίπτωση ο συνειρμός των στοιχείων αυτών μπορεί να γίνεται λόγω της σημασίας τους, η Aitchison (19912: 153) ορίζει ως ακολούθως την αναλογία: «the tendency of items that are similar in meaning to become similar in form» [«η τάση των στοιχείων που είναι παρόμοια στη σημασία να γίνουν παρόμοια στη μορφή»]. Για παράδειγμα, προϊόν αναλογικής μεταβολής είναι το «κρύο», που ετυμολογείται από το αρχ. (το) «κρύος», με αποβολή του τελικού -ς σύμφωνα με τους άσιγμους τύπους της ονομαστικής των ουδετέρων (Χατζιδάκις 1905: 5). Ενώ προϊόν αναλογικής δημιουργίας αποτελεί o σχηματισμός του αγγλ. cheese-burger σύμφωνα με το ham-burger, που όμως δεν βασίζεται στο ham «ζαμπόν», αλλά στο τοπωνύμιο Hamburg «Αμβούργο» (Bynon 1993: 40)!

 

Παραδείγματα αναλογίας με ορθογραφικό ενδιαφέρον αποτελούν οι σχηματισμοί: του «καλύτερος», που μας ενδιαφέρει εδώ, κατά τα «βαθύτερος, γλυκύτερος, παχύτερος, ταχύτερος» κ.λπ. (Χατζιδάκις 1905: 577- 585, 1934: 559- 561, 1977: 137- 143). Επίσης, του «πρωτύτερος» (αντί «πρωτότερος») αναλογικά προς τα «ταχύτερος, βραδύτερος» κ.λπ. (Χατζιδάκις 1905: 577- 585).

 

Όπως είναι γνωστό στους μεγαλυτέρους, η λ. «καλύτερος» άλλοτε γραφόταν με δύο -λ- και -ι-, δηλ. «καλλίτερος». Η παλαιότερη αυτή γραφή είχε δικαιολογηθεί μεταξύ άλλων από τα εξής στοιχεία: από την εξέλιξη του «παλαιότερος» σε «παλαίτερος» με συγκοπή του -ο-, που τάχα αποδεικνύει την παραγωγή και του «καλλίτερος» από τον τ. «καλλιότερος». Ακόμη, από τα συγκριτικά «λωΐτερος, πρωΐτερος, νωΐτερος, σφωΐτερος» κ.ά., που απαντούν στον Όμηρο. Επίσης, από το συγκριτικό επίρρημα «καλλιτέρως», που είναι αναγεγραμμένο σε επιγραφή της Ηλείας του 6ου αι. π.Χ. (Ζηκίδης 1926: 98). Τέλος, από το α΄ συνθετικό καλλι- λέξεων όπως «καλλιγραφία, καλλιεργώ, Καλλιρρόη, καλλιτέχνης» κ.ά., που είχε υποτεθεί ότι έπαιξε ρόλο στη δημιουργία των συγκριτικών σε -ύτερος. Τα στοιχεία, όμως, αυτά αναιρούνται από τα ακόλουθα:

 

α) το «παλαιότερος» (< παλαιός) αποτελεί τύπο μεταγενέστερο του «παλαίτερος» (< πάλαι), που είναι ήδη ομηρικό. Άρα, δεν είναι δυνατόν ο πρώτος τύπος να έδωσε τον δεύτερο στα πλαίσια μιας εξέλιξης που να τεκμηριώνει την παραγωγή και του «καλλίτερος» από το «καλλιότερος».

β) οι ανωτέρω ποιητικοί τύποι σε -ίτερος ήταν ήδη προ πολλού απαρχαιωμένοι την εποχή της μεσαιωνικής Ελληνικής, τότε δηλ. που σχηματίστηκαν τα νέα συγκριτικά σε -ύτερος.

γ) ο διαλεκτικός τύπος της Ηλείας που προαναφέρθηκε δεν μπορεί να έχει επιβιώσει μέχρι σήμερα, γιατί η μεσαιωνική και η νέα Ελληνική προήλθαν από την Αλεξανδρινή Κοινή, μια γλωσσική μορφή της Ελληνικής που βασιζόταν στην αττική διάλεκτο. Στη σύγχρονη Ελληνική έχουν επιβιώσει εξαιρετικά περιορισμένοι αρχαίοι διαλεκτικοί τύποι. Πρόκειται κυρίως για τοπωνύμια, λόγω του συντηρητικού χαρακτήρα που αυτά έχουν, συγκρινόμενα με άλλες κατηγορίες λέξεων: παράδειγμα αποτελεί το λακωνικό «Βοίτυλος / Οίτυλος», που προέρχεται από την Τσακωνική, μια δωρικής προελεύσεως διάλεκτο της νέας Ελληνικής.

δ) η φωνητική σύμπτωση του σημερινού «καλύτερος» με το αρχαίο διαλεκτικό «καλλίτερος», όπως προφέρεται σήμερα, δεν αποτελεί τεκμήριο της επιβίωσης του τελευταίου στη σύγχρονη ελληνική γλώσσα. Σε μερικές περιπτώσεις, παρατηρούνται φωνητικές ομοιότητες ανάμεσα σε τύπους της νέας και της αρχαίας Ελληνικής, διαλεκτικούς ή μη, οι οποίες όμως έχουν εντελώς συμπτωματικό χαρακτήρα. Για παράδειγμα, οι τύποι «οι αγγέλοι, οι πολέμοι» (με τόνο στο -ε-), εφέραν (ε) κ.ά., που ακούγονται μερικές φορές, δεν αποδεικνύουν την επιβίωση δωρικού τονισμού στη νέα Ελληνική, όπως είχε υποστηριχθεί κάποτε. Απεναντίας, αποτελούν αναλογικούς σχηματισμούς κατά τους τ. «των αγγέλων- τους αγγέλους, των πολέμων- τους πολέμους, εφέραμεν- εφέρετε» αντίστοιχα. Ομοίως, ο λαϊκός τ. «χαιράμενος» δεν είναι κατάλοιπο αιολισμού του ρήματος «χαίραμαι / χαίρημι», όπως είχε υποστηρίξει ο Αδ. Κοραής, αλλά σχηματισμός που συμφωνεί με αρχαίες μετοχές ενεστώτα σε -άμενος ρημάτων σε -μι («ιπτάμενος, κρεμάμενος» κ.ά.) και μετοχές αορίστου σε -άμενος («δεξάμενος, χαρισάμενος» κ.ά.) – το ίδιο ισχύει και για το λαϊκό «λεγάμενος» (βλ. σημ.1).

ε) το συγκριτικό «καλύτερος» θα ήταν πιο πιθανό να διαμορφωθεί τους μεσαιωνικούς χρόνους με βάση το πλήθος των λέξεων που αρχίζουν από καλο- και έχουν το βασικό συνδετικό φωνήεν της νέας Ελληνικής, δηλ. το -ο-, και όχι με βάση τις λίγες λέξεις που αρχίζουν από καλλι-. Διάφοροι μεσαιωνικοί τύποι από καλο-, που θα μπορούσαν να δοθούν ως παραδείγματα, είναι οι «καλοβλέπω, καλογνωμία, καλογραμμένος, καλορίζικος» κ.ά.

στ) η ετυμολογία της λ. «καλύτερος» θα πρέπει να εξηγεί ικανοποιητικά τη δημιουργία και άλλων συγκριτικών επιθέτων σε -ύτερος, καθώς και επιρρημάτων σε -ύτερα, που στερούνται αρχαίων τύπων, όπως «μακρύτερος, μεγαλύτερος, αρχύτερα, πρωτύτερα» κ.ά.

 

Τελικά, το συγκριτικό «καλύτερος», όπως δίδαξε πρώτος ήδη από το 1887 ο θεμελιωτής της γλωσσολογίας στην Ελλάδα Γ. Χατζιδάκις, πρέπει να γράφεται με ένα -λ- και -υ-, γιατί έχει σχηματιστεί αναλογικά προς τον αντίστοιχο βαθμό των επιθέτων σε -ύς («βαθύς- βαθύτερος, γλυκύς- γλυκύτερος, παχύς- παχύτερος, ταχύς- ταχύτερος» κ.λπ.)(βλ. σημ. 2).

 

ΥΓ: στην ηλεκτρονική μου σελίδα http://www.geocities.com/vasargyr μπορεί να βρει κανείς μια εργασία γλωσσολογίας για θέματα ετυμολογίας και ορθογραφίας. Εκεί εξηγώ αναλυτικά μεταξύ άλλων ποιες είναι οι προϋποθέσεις εγκυρότητας μιας ετυμολογίας, αλλά και ποια η διαπλοκή της ιδεολογίας με την ετυμολογία και την ορθογραφία της νέας Ελληνικής τα τελευταία χρόνια.


ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
1. Τέτοιες ετυμολογίες, όπως αυτές που αναιρέθηκαν προηγουμένως, αποτελούσαν τη βάση της «αιολοδωρικής θεωρίας», που υποστήριξαν παλαιότερα μεταξύ άλλων ο Αθ. Χριστόπουλος, ο Αδ. Κοραής και ο Κωνστ. Οικονόμος: σύμφωνα με αυτούς τους μελετητές, η νέα Ελληνική κατάγεται απευθείας από την αρχαία αιολική και δωρική διάλεκτο. Ειδικότερα, κατά τους οπαδούς της συγκεκριμένης θεωρίας, η νέα Ελληνική διακρίνεται σε δύο μορφές, αυτήν του γραπτού λόγου, που ταυτίζεται σχεδόν με την αρχαία αττική διάλεκτο, και αυτήν του προφορικού, που προέρχεται από την αρχαία Αιολική και τη Δωρική (βλ. Καλιτζοπούλου- Παπαγεωργίου 1991: 29). Στον αντίποδα της εν λόγω θεωρίας, ο Γ. Χατζιδάκις ήδη από τα τέλη του 19ου αι. δίδαξε την κοινώς αποδεκτή σήμερα επιστημονική αλήθεια, ότι η Αλεξανδρινή Κοινή (3ος αι. π.Χ.- 6ος αι. μ.Χ.), από την οποία προέρχεται μέσω της μεσαιωνικής (6ος αι.- 18ος αι.) η σύγχρονη Ελληνική, βασίστηκε στην αττική διάλεκτο της Αρχαίας όχι μόνο ως προς τον γραπτό, αλλά και ως προς τον προφορικό λόγο. Επομένως, δεν είναι επιστημονικό να εντοπίζονται σε σύγχρονους τύπους αιολικά και δωρικά στοιχεία που έχουν εξαλειφθεί από την Ελληνική εδώ και αιώνες: όπως επεσήμανε χαρακτηριστικά ο Γ. Χατζιδάκις (1977: 258), «και τα της γλώσσης [στοιχεία] αναπτύσσονται συν τω χρόνω, […] άρα έχουσιν ιστορίαν, και ανάγκη απαραίτητος να λαμβάνηται υπ’ όψιν προς τοις άλλοις και ο χρόνος καθ’ ον έκαστον τούτων ήτο εν χρήσει ή καθ’ ον απώλετο».

2. Ορισμένοι απορρίπτουν την ετυμολογικά δικαιολογημένη γραφή «καλύτερος», επειδή γενικότερα αξιολογούν αρνητικά την αναλογία στη γλώσσα, θεωρώντας ότι οδηγεί σε αυθαίρετη ορθογραφική απλούστευση. Ωστόσο, απάντηση σε αυτόν τον ισχυρισμό θα μπορούσαν να αποτελέσουν τα όσα γράφει και πάλι ο Γ. Χατζιδάκις (1905: 181- 182): «αναλογία είναι κατ’ αλήθειαν πνευματική εργασία ουχί νωθρότης. Αν δε τις είναι έτοιμος να υπολάβη απόβλητα τα της ενεργείας ταύτης […], δεν θα τολμήση, νομίζομεν, να καταδικάση αυτήν επίσης, όταν μάθη, ότι αύτη εγέννησε και το Ομηρ. «πατέρος» αντί «πατρός», το κοινόν «πατέρων» αντί «πατρών» […] και άπειρα άλλα τοιαύτα». Κατά συνέπεια, δεν έχει επιστημονική βάση η εντύπωση μερικών ότι η γραφή «καλύτερος» έναντι της εσφαλμένης παλαιότερης «καλλίτερος» αποτελεί προϊόν άκριτης απλοποίησης.


ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΚΕΣ ΑΝΑΦΟΡΕΣ
Α΄)
Ζηκίδης Γεώργιος 1926: Λεξικόν ορθογραφικόν και χρηστικόν της ελληνικής γλώσσης (Αθήνα).
Καλιτζοπούλου- Παπαγεωργίου Ειρήνη 1991: Η αιολοδωρική θεωρία. Συμβολή στην Ιστορία της ελληνικής γλώσσας. Διδακτορική Διατριβή (Αθήνα).
Μπαμπινιώτης Γεώργιος 1997 α: «Προκλητικές ορθογραφίες λέξεων»: εφημ. Το Βήμα, 20 Ιουλίου.
Μπαμπινιώτης Γεώργιος 1997 β: «Επιστημονική ετυμολογία των λέξεων»: εφημ. Το Βήμα, 21 Σεπτεμβρίου.
Χατζιδάκις Γεώργιος 1905: Μεσαιωνικά και Νέα Ελληνικά, τόμ. Α΄ (Αθήνα: Βιβλιοθήκη Μαρασλή – και φωτοτυπική ανατύπωση Αθήνα: Βασιλείου, 1991).
Χατζιδάκις Γεώργιος 1915: Ακαδημεικά Αναγνώσματα, τόμ. Γ΄ : Γενική Γλωσσική (Αθήνα – και φωτοτυπική ανατύπωση Αθήνα: Βασιλείου, 1991).
Χατζιδάκις Γεώργιος 1934: Γλωσσολογικαί έρευναι, τόμ. Α΄ (Αθήνα).
Χατζιδάκις Γεώργιος 1977: Γλωσσολογικαί έρευναι, τόμ. Β΄ (Αθήνα: Ακαδημία Αθηνών).
Β΄)
Aitchison J. 19912: Language change : progress or decay ? (London: Fontana).
Bynon Theodora 1993 : Historical Linguistics (Cambridge: Cambridge University Press).

Μαθήματα Rohala Art

Για να γράψεις σχόλιο στο άρθρο πρέπει να είσαι μέλος του site και να έχεις κάνει login.